atenuarse - ορισμός. Τι είναι το atenuarse
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι atenuarse - ορισμός


atenuarse      
Palabras Relacionadas
atenuar      
fig. Minorar o disminuir alguna cosa.
atenuar      
atenuar (del lat. "attenuare")
1 tr. Hacer tenue.
2 tr. y prnl. Hacer[se] menor o hacer parecer menor la intensidad, violencia o gravedad de una cosa: "Refirió lo sucedido, pero atenuándolo. La lluvia atenuó los efectos de la helada. Una pantalla para atenuar la luz". Rebajar[se] los *colores.
. Catálogo
Prefijo, "res-": "resquemar". Sufijo, "-ón": "tristón". Echar agua al vino, *aliviar, dulcificar, endulzar, enfriar, quitar hierro, mitigar, paliar, *rebajar, templar, recoger velas. *Preparar. Atenuación, cleuasmo, eufemismo, insinuación, ironía, lítote, perífrasis, reticencia. Pátina. ¿Eh...?, me parece..., perdona [perdone, etc.] pero..., permite [permita, etc.] pero.... Expresiones atenuativas: si acaso, en todo caso, no digamos que..., pero, aunque sólo [o nada más] sea, siquiera, después de todo, en medio de todo. A menos que, so pena de que, salvo que, como no sea que, a no ser que, verdad [o la verdad] es que, bien es verdad que. En cierta medida, en cierto modo, no es por nada, pero...; hasta cierto punto. V. Apénd. II, expresiones concesivas. *Aliviar. *Amortiguar. *Calmar. *Debilitar. *Disimular. *Disminuir. *Moderar. *Suave.
. Conjug. como "actuar".
Τι είναι atenuarse - ορισμός